- ρέζους
- το, Ν(ιατρ. -φυσιολ.)1. αντιγόνο τού συστήματος Ρέζους2. φρ. «Ρέζους, σύστημα ομάδων αίματος» — σύστημα ταξινομήσεως τού αίματος, ανάλογα με την παρουσία ή απουσία τού αντιγόνου Rh στις κυτταρικές μεμβράνες τών ερυθρών αιμοσφαιρίων.[ΕΤΥΜΟΛ. < διεθνές rhezus < rhezus, είδος πιθήκου στο οποίο ανακαλύφθηκε για πρώτη φορά το αντιγόνο ρέζους].
Dictionary of Greek. 2013.